Σωκράτης Λαγουδάκης

Το όνειρο της αναβίωσης Όταν ξεκίνησαν οι διεργασίες για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, ο Λαγουδάκης υπήρξε ένας από τους θιασώτες του ονείρου. Εξάλλου, στο Παρίσι ήταν ήδη γνωστός για τις φίλαθλες ιδέες και πρακτικές του. Ασχολούμενος με την πεζοπορία και τις μεγάλες αποστάσεις προκαλούσε την προσοχή όλων στο Καρτιέ Λατέν, τη συνοικία των φοιτητών, ή στο δάσος της Βουλώνης. Συμμετέχει σε αγώνες χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Ωκύπους», ζει απλή και πειθαρχημένη καθημερινότητα και διασκεδάζει στη Λέσχη των Σπουδαστών απ’ όπου παράχθηκε ολόκληρη γενιά αθλητών, κολυμβητών, ξιφομάχων και δρομέων. Ο ρόλος του στο στάδιο της μακράς προετοιμασίας δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί στις λεπτομέρειές του. Όπως αποκάλυψε η «Παρί Σουάρ» το 1936, χρησιμοποιήθηκε και ως μεσάζων στις διαπραγματεύσεις με τον Μέγα Ευεργέτη Γεώργιο Αβέρωφ. Τις υπηρεσίες του δέχθηκε ο Κουμπερτέν, χρησιμοποιώντας τη γλωσσομάθεια, την ευγλωττία και τις κοινωνικές σχέσεις του. Εξάλλου, ως φιλότεχνος ο Λαγουδάκης είχε ενεργά εμπλακεί με την ανήσυχη νεολαία της εποχής του.
Η αφετηρία και τμήμα τηςΜαραθώνιας διαδρομής των Ολυμπιακών Αγώνων των Αθηνών του 1896σε σκίτσα πουσχεδιάσθηκαν «επιτοπίως υπό ερασιτέχνου συνεργάτη μας»,όπως ανέφερεεβδομαδιαία αθηναϊκή εικονογραφημένη επιθεώρηση.
Στους Ολυμπιακούς 1896 Στην Ελλάδα φθάνει ενθουσιασμένος την ημέρα έναρξης των Αγώνων του 1896. Αρθρογραφεί καθημερινά στον Τύπο –υλικό που παραμένει μέχρι σήμερα αθησαύριστο–, τριγυρνά στη μικρή Αθήνα ενθουσιάζοντας το κοινό, χρησιμοποιείται ως μεταφραστής για τους εκατοντάδες επισκέπτες και αποφασίζει να συμμετάσχει ο ίδιος στον Μαραθώνιο Δρόμο. «Εμπρός λοιπόν εις τον Μαραθώνα», γράφει στις εφημερίδες και ενώ είναι ήδη 33 ετών βρίσκει το σθένος να συναγωνιστεί τους υπόλοιπους αθλητές που ήταν τουλάχιστον κατά μία δεκαετία νεότεροί του. «Ήλθον, έτρεξα, ενίκησα! Αλλά δεν ήμην ο πρώτος», έγραφε την επομένη, όταν νικητής είχε ανακηρυχθεί ο Σπύρος Λούης, για να συνεχίσει: «Σήμερον νέα περίοδος ολυμπιακών αγώνων άρχεται, καθ’ ην οι αγωνισταί δεν εισί μόνο Έλληνες, αλλά και άλλοι αντιπροσωπεύοντες πάντα τα έθνη. Θεωρώ ως υπέρτατην τιμήν την συμμετοχή μου εις τοιούτον πρώτον αγώνα, επειδή τον αγώνα τούτο φαντάζομαι ως απαρχήν της γενικής αδελφώσεως πάντων εθνών». «Ειμί Έλλην πολίτης»! Ο άκρατος πατριωτισμός που τον χαρακτήριζε δεν του επέτρεψε να μην εκφράσει και τη διαμαρτυρία του που η Επιτροπή των Ολυμπιακών Αγώνων τον είχε καταχωρίσει ως Γάλλο: «Ειμί Έλλην πολίτης και εκ πατρός και εκ μητρός. Και αι δύο οικογένειαι των γονέων μου επί πλέον, υπηρέτησαν την Ελλάδα όσον ηδυνήθησαν κατά τον θείον της αναγεννήσεως του ελληνικού αγώνα». Την επόμενη χρονιά, το 1897, δεν έμεινε ασυγκίνητος από την εθνική περιπέτεια του Ελληνοτουρκικού Πολέμου. Παντρεμένος ήδη με την Ελπινίκη, η οποία ασπαζόταν τις απόψεις και τον ρομαντισμό του, εγκαταλείπει το Παρίσι και κατατάσσεται εθελοντής. Ως γιατρός προσφέρει τις υπηρεσίες του και διευθύνει το Φορητό Νοσοκομείο που υποστήριξε τη μάχη του Δομοκού, περιθάλποντας δεκάδες τραυματίες. Κοντά του, ως νοσοκόμα, η γυναίκα του. Μεταφέροντας τραυματίες προς τον Πειραιά το ατμόπλοιό τους θα προσκρούσει σε άλλο και θα ναυαγήσει. Οι δυο τους ρίχνονται στη θάλασσα με αυτοθυσία για να σώσουν όσους περισσότερους στρατιώτες μπορούν. Το περιστατικό καταγράφεται και το ζεύγος Λαγουδάκη περιβάλλεται με τη λαϊκή αγάπη και συμπάθεια.
Επιστημονική
προσφορά:Μπολιάστηκε με λέπρα! Ο Λαγουδάκης υπήρξε ιδεολόγος και βαθιά
ανθρωπιστής. Αποφάσισε δε να προσφέρει τον εαυτό του στην υπηρεσία της επιστήμης
και της ανθρωπότητας: Έγινε ο ίδιος λεπρός, πέρασε δηλαδή το μικρόβιο αυτό στον
ίδιο του τον εαυτό, για να πειραματισθεί και μπορέσει να βρει τη θεραπεία!
Μαθητής του Σαρκό, του Στράους και συνεργάτης του Γκρανσέ, είχε ιδιαίτερη κλίση
και αγαπούσε τη μικροβιολογική έρευνα. Η ιδέα να αυτοπροσβληθεί από λέπρα τού
ήρθε ύστερα από ένα συνέδριο λεπρολόγων οι οποίοι χωρίσθηκαν σε δύο στρατόπεδα:
σε εκείνους που υποστήριζαν ότι η λέπρα είναι μεταδοτική και σε εκείνους που
πίστευαν ότι δεν είναι. Τότε ο Λαγουδάκης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι εάν σε
έναν υγιή άνθρωπο γίνει μια ένεση με αίμα λεπρού, τότε αυτός θα προσβληθεί. Αυτό
επιχείρησε να δοκιμάσει και στον εαυτό του στις 9 Ιουνίου 1934, όταν έκανε στον
εαυτό του ένεση με τρία γραμμάρια από το αίμα ενός Έλληνα λεπρού. Ύστερα από
πέντε μέρες έκανε άλλη ένεση με το αίμα ενός Άραβα λεπρού και στη συνέχεια, μετά
δύο ημέρες, μια τρίτη με αίμα άλλου λεπρού. Ένα μήνα αργότερα στο ημερολόγιό του
σημείωνε ότι ένιωσε έναν πόνο στο δεξί πόδι. Ήταν το πρώτο σύμπτωμα. Η νόσος
είχε εμφανιστεί και προχωρούσε αλματωδώς. Μέρα με τη μέρα αποκτούσε νέα
εξανθήματα, πυρετό, πυώδεις πληγές. Ξεκίνησε τη θεραπεία ίασης όταν η λέπρα
επεκτάθηκε πλέον στο πρόσωπό του και κατάφερε να κάνει την ασθένεια να
υποχωρήσει. Ο ίδιος είχε εξομολογηθεί ότι στη διαθήκη του είχε γράψει το εξής:
«Εάν αποθάνω λεπρός, επιθυμώ να γραφή επί του τάφου μου μία μόνον φράσις:
“Eτρεξε τον μαραθώνιο”». Πέθανε στην Αλεξάνδρεια στις 3 Ιουνίου του
1944.
αναδημοσίευση από το blog Μικρός
Ρωμηός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου